«Η αρχή μιας συμβουλευτικής διαδικασίας μοιάζει με το να ξεκινάς μια παρτίδα σκάκι. Όλα στην αρχή είναι συμμαζεμένα και ταχτικά, κι όμως σε λίγα λεπτά και οι δυο παίχτες μπορούν να βυθιστούν στην πολυπλοκότητα».
William R. Miller
Η Συμβουλευτική είναι μια διαδικασία αλληλεπίδρασης ανάμεσα στον Σύμβουλο και το άτομο ή τα άτομα που απευθύνονται σ’ αυτόν. Σκοπός της είναι να δώσει στα άτομα αυτά ευκαιρίες να εξερευνήσουν, να ανακαλύψουν και να επεξεργασθούν θέματα που τα απασχολούν (κοινωνικά, συναισθηματικά, πολιτισμικά, οικονομικά κ.ά.) και, ακολούθως, να αποσαφηνίσουν τους τρόπους, οι οποίοι θα τους παράσχουν μια ζωή περισσότερο ικανοποιητική, δημιουργική και πολύπλευρη τόσο σε προσωπικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Ο Σύμβουλος δεν συμβουλεύει ή δεν αποφασίζει για λογαριασμό του συμβουλευόμενου, αλλά τον καθοδηγεί, δημιουργώντας συνθήκες που θα τον βοηθήσουν να διερευνήσει πιθανές λύσεις και να λάβει αποφάσεις, πάντα κατά την κρίση του, για την επίλυση των θεμάτων ή των προβλημάτων που τον απασχολούν.
Ουσιώδες, λοιπόν, χαρακτηριστικό της Συμβουλευτικής είναι η ανάπτυξη μιας συνεργατικής σχέσης μεταξύ Συμβούλου και Συμβουλευόμενου, μια συμβουλευτική παρέμβαση, κατά την οποία εξετάζονται απολύτως εχέμυθα συγκεκριμένα θέματα που απασχολούν τον ενδιαφερόμενο στην καθημερινή του ζωή, διερευνώνται οι παράγοντες που τα προκαλούν, διαπιστώνονται οι υπάρχουσες δυσκολίες και αναζητούνται οι δυνατότητες και οι τρόποι δράσης για την αποτελεσματική διαχείρισή τους. Ο ενδιαφερόμενος δύναται πλέον ευκολότερα να αντιμετωπίσει κρίσεις, να επιλύσει συγκρούσεις, να λάβει αποφάσεις, να βελτιώσει τις διαπροσωπικές του σχέσεις και να αναζητήσει τον καλύτερο γι’ αυτόν τρόπο εκπαίδευσης και επαγγελματικής αποκατάστασης.
Φυσικά, όλα τα παραπάνω προϋποθέτουν συναισθηματική ισορροπία και ψυχική ενδυνάμωση, τα οποία έχει ήδη αποκτήσει ήδη ο συμβουλευόμενος, αφού στη συμβουλευτική διαδικασία αναπτύσσονται θέματα αυτογνωσίας και προσωπικής ανάπτυξης προς όφελος του ενδιαφερόμενου και ενθαρρύνεται η εμπιστοσύνη στις ικανότητές του.